Ο  ΟΔΥΣΣΕΑΣ

 

Καπαρέλλι  1996

 Αφηγητής

Καλησπέρα  σε  όλους..  Η  παράσταση  που θα δείτε  απόψε είναι για κάποιες από τις  περιπέτειες  του  Οδυσσέα Γράφτηκαν  από  τον  σπουδαίο  αρχαίο  Έλληνα  συγγραφέα  τον  Όμηρο  και  μας  λένε  πως  κατόρθωσε  ο  Οδυσσέας  και οι  σύντροφοι  του  να  νικήσουν   τους  Τρώες  και να  γυρίσουν  στην  πατρίδα  τους  την Ιθάκη.

Λοιπόν  αρχίζουμε..  απ’ τα  πολύ παλιά  τα  χρόνια   τότε  που  οι  Έλληνες  πολεμούσαν  με τους  Τρώες  για  να  πάρουν   πίσω  την  ωραία  Ελένη  που τους  είχε  κλέψει  ο  γιος  του  βασιλιά της  Τροίας,  ο  Πάρις.

Οι  Έλληνες  πολεμούσαν  δυνατά  μα  και  οι  Τρώες  πολεμούσαν  δυνατότερα  και  έτσι κανένας  δεν  μπορούσε να νικήσει.  Τότε  ο  πολυμήχανος  Οδυσσέας -  έτσι τον  έλεγαν  γιατί  είχε  πάντα  πολλές  και έξυπνες  ιδέες -  σκέφτηκε  κάτι: …

Οδυσσέας:

Φίλοι  μου  και  σύντροφοι,  χρόνια  τώρα  πολεμάμε  και  ακόμα  δεν  έχουμε  κατορθώσει  να  νικήσουμε   τους  Τρώες.  Μα  τώρα  κάτι έχω  στο  μυαλό μου,  γι’ αυτό  ακούστε  με  προσοχή:

Θα  κατασκευάσουμε  ένα  μεγάλο  ξύλινο  άλογο  που  μέσα  θα  κρύβονται  Έλληνες  στρατιώτες.  Θα  κάνουμε  ότι  τάχα   φεύγουμε   και  ότι  το  αφήνουμε  δώρο  για  τους  Τρώες.  Αυτοί  θ’  ανοίξουν  τις  πύλες  τους  για να το βάλουν  μέσα  και τότε  φίλοι  μου  θα  κάνουμε  επίθεση  και θα  τους  νικήσουμε!

Σύντροφος1:

Μπράβο  Οδυσσέα  ωραία  η  ιδέα  σου.

Σύντροφος2:

Ας  στρωθούμε  αμέσως  στη  δουλειά για να  φτιάξουμε  το  ξύλινο  άλογο.

Σύντροφος3:

Εμπρός  σύντροφοι  πάμε

Αφηγητής:

Έτσι  οι  Έλληνες  έφτιαξαν  το ξύλινο  άλογο  που το  ονόμασαν  Δούρειο  Ίππο,  το  άφησαν  έξω  από  τα  τείχη της  Τροίας  και  μπήκαν  τάχα  στα  καράβια  τους  να φύγουν.

 (δειλά   δειλά  βγαίνουν  οι Τρώες  και  απορημένοι  πλησιάζουν  το  άλογο)

Τρώας1:

Ωοο..  μα  επιτέλους  πια  έφυγαν  οι  Έλληνες..   Βαρέθηκαν  να  περιμένουν  ότι  κάποια  μέρα  θα  μας  νικούσαν.

Τρώας2:

Μα  τι  ωραίο  άλογο  είναι  αυτό!!   Ας  το  φέρουμε  μέσα  στη  πόλη…  ελάτε  όλοι  να  βοηθήσετε..      (έρχονται οι  Έλληνες  πολεμάνε  και  νικάνε  τους  Τρώες)

Οδυσσέας:

Μα  τους  θεούς…  είναι  αλήθεια  νικήσαμε  επιτέλους τους  Τρώες..  Ζήτω!!!  Εμπρός  σύντροφοι  πάρτε  ό,τι  λάφυρα  θέλετε  και  γρήγορα  στα  καράβια  να  γυρίσουμε  πίσω  στη  πατρίδα.

Αφηγητής:

Όλοι μαζί  μπήκανε  τότε  στα  καράβια  νικητές  πια  για  να κάνουν  το  ταξίδι  του  γυρισμού  που  δυστυχώς  επρόκειτο  να  είναι  πολύ  πολύ  μακρύ.  

Σύντροφος4:

Οδυσσέα  άκουσα  πως  κάπου  εδώ  θα  συναντήσουμε  τις  σειρήνες.  Με  το  πολύ γλυκό  τους  τραγούδι  μαγεύουν  όλους  τους  ταξιδευτές  …τους  τρελαίνουν  και  χάνονται..

Σύντροφος5:   

Κάτι  πρέπει  να κάνουμε  γι’ αυτό.

Οδυσσέας:

Σύντροφοι,  πάρτε  όλοι  κερί  και  βάλτε  το στ’  αυτιά  σας..  Εμένα  όμως  θα με  δέσετε  στο μεσιανό  κατάρτι  μ’ ανοιχτά  αυτιά  για να  δω  πόσο  γλυκιά  είναι  στ’  αλήθεια  η  φωνή τους.. 

( τον  δένουν…  βάζουν  και  αυτοί  κερί  στ’ αυτιά  και  κωπηλατούν  δυνατά )

(εμφανίζονται  οι  Σειρήνες….  Μουσική….  Ο  Οδυσσέας  χτυπιέται και προσπαθεί  να λυθεί..) 

Οδυσσέας:

Λύστε  με  γρήγορα  θέλω  να  φύγω  από  δω  να πάω  κοντά τους…  Λύστε  με  σας  διατάζω  όλους  …λύστε  με  αμέσως (αγριεμένος..)

Αφηγητής:

Μα  κανένας  δεν  άκουγε  τι  έλεγε  ο  Οδυσσέας  αφού  όλοι  είχανε  βουλωμένα  τα  αυτιά τους.  Έτσι  περάσανε  τις  Σειρήνες  και ανοίχτηκαν  ξανά  στην  ανοιχτή  θάλασσα. 

Μα  ο  θεός  των  ανέμων  ο  Αίολος  ήταν  πολύ θυμωμένος  με  τον Οδυσσέα και μ’  ένα  κόλπο  που του  έκανε,  άνοιξαν  οι  ασκοί  του  και  ξεχύθηκαν  από μέσα  οι τρομεροί  αέρηδες.  Μεγάλη  φουρτούνα  σηκώθηκε    σπάζοντας  τα  πολλά καράβια. 

Μέρες  αργότερα  η  θάλασσα  ηρέμησε  και ο  Οδυσσέας  με τους  συντρόφους του  βρέθηκαν  σ’ ένα  έρημο  νησί.

Οδυσσέας:

Φίλοι  μου  ίσα  που  σωθήκαμε…τώρα  όμως  χρειαζόμαστε  νερό  και τροφή.  Πρέπει  να  ψάξουμε  το νησί.  Ας  χωριστούμε  καλύτερα  και ας  είμαστε  προσεκτικοί.

Σύντροφος6:

Εντάξει  Οδυσσέα  φύγαμε…

Οδυσσέας:

Ωοο  ωραία  πρόβατα  βρήκαμε  για τροφή…τυχεροί  είμαστε

 (κάποιοι  προλαβαίνουν  να  αρπάξουν  1-2…  και  εμφανίζεται ο  Κύκλωπας)

Κύκλωπας: (αγριεμένα)

Ποιοι  είστε  εσείς;  Και  τι  θέλετε   στο νησί  μου;

Οδυσσέας:

Ταξιδευτές  μακρινοί  είμαστε..   μέρες τώρα  παλεύουμε  με τα  κύματα  και  η  αγριεμένη θάλασσα  μας  πέταξε  στο  νησί  σου.  Δώσε μας  νερό  να πιούμε  και  φαΐ  να  φάμε  και θα  φύγουμε.

Κύκλωπας:

Μεγάλο  θράσος  έχετε  να  πατάτε  τη  γη μου   και  από πάνω  να  ζητάτε  και το  φαΐ  μου!   

Μάλλον  εσείς  θα  γίνετε  θα  γίνετε  το  δικό μου  φαΐ….  Για  ελάτε  εδώ  γρήγορα να  σας  φάω!

Οδυσσέας:

Εεε  τότε  θα  δεις  τι θα  πάθεις….

 (οπισθοχωρούν  τρομαγμένοι  όλοι,  μονάχα  ο  Οδυσσέας  παίρνει  ένα  κοντάρι  που  βρίσκει  παραπέρα  και το καρφώνει  στο  μάτι του  Κύκλωπα  ενώ  αυτός  ουρλιάζει)

Κύκλωπας:

Βοήθεια  βοήθεια  με  τυφλώνει…  πάει  το  μάτι  μου  δεν  βλέπω  τίποτε  πια…βοήθεια  βοήθεια….    Οο  τι  κακό με  βρήκε…..  πες  μου  τουλάχιστον  ποιος  είσαι;

Οδυσσέας:

Ο  Κανένας…  αυτό  να  πεις  όταν  σε  ρωτήσουν  οι  φίλοι  σου  ποιος  στο  έκανε  αυτό…ο  Κανένας!              (παίρνουν  αρνιά  και  φεύγουν)

Σύντροφος7:

Γρήγορα  να  φύγουμε  πριν μας  προλάβουν  οι  φίλοι  του  Κύκλωπα.

Αφηγητής:

Έτσι  ο  Οδυσσέας  και  οι  σύντροφοί  του  για  άλλη  μια  φορά  ξανοίχτηκαν  στη θάλασσα.  Ταξίδευαν  μέρες,  βδομάδες  κάτω από  τον  καυτό ήλιο  να  τους  καίει  το  σώμα,  και  κάτω  από  τον  σκοτεινό  ουρανό  να  τους  περονιάζει  το κρύο  μέχρι το κόκαλο …  ώσπου  κάποτε  αντίκρισαν  γη.

Σύντροφος8:

Οδυσσέα  λες  να  φτάσαμε  στ’  αλήθεια  στην  Ιθάκη;  …  Λες  νάναι  αυτή  η πατρίδα;

Οδυσσέας:

Δεν έχουμε  παρά  να  κατέβουμε  απ’  το  καράβι  και  θα  δούμε  σύντροφε.

Αφηγητής:

Δυστυχώς  όμως  για όλους  ούτε  αυτή  η γη  θα ήταν  η  Ιθάκη  τους.

Σ’  αυτό το περίεργο  νησί  τους  περίμενε  η  φοβερή  μάγισσα  Κίρκη  που θα  μεταμόρφωνε  τους  περισσότερους  συντρόφους  του  σε γουρούνια.

Πολλά  ταξίδια  ακόμη περίμεναν  τον πολυμήχανο  Οδυσσέα  μέχρι  ν’  αντικρίσει    το  σπίτι του  και την οικογένειά του.

Πολλούς  συντρόφους  έχασε  όλα  αυτά  τα  χρόνια  μα  όχι  και τη  πίστη του  για μια  καλύτερη  ζωή  πίσω  στη  πατρίδα,  στην  πολυαγαπημένη  του Ιθάκη.